- Ὕπνε
- Ὕπνοςmasc voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ὕπνε — ὕπνος sleep masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὕπν' — Ὕπνε , Ὕπνος masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Liste griechischer Phrasen/Ypsilon — Ypsilon Inhaltsverzeichnis 1 Ὕβριν χρὴ σβεννύναι μᾶλλον ἢ πυρκαϊήν … Deutsch Wikipedia
Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… … Deutsch Wikipedia
ευαής — εὐαής, ές (Α) 1. ευάερος, δροσερός 2. (για άνεμο) αυτός που πνέει ευνοϊκά, ο ούριος 3. ευνοϊκός, ευμενής, ωφέλιμος, ευχάριστος (και με επιρρ. σημ.) («Ὕπνε... εὐαὲς ἡμῑν ἔλθοις», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + αής (< άημι «φυσώ»), πρβλ. δυσ αής,… … Dictionary of Greek
ξεγνέθω — και ξενέθω 1. σταματώ το γνέ σιμο, παύω να κλώθω («ήρθες ύπνε... πάρε σκαμνί και κάτσε, να γνέσω, να ξεγνέσω», δημ. τραγούδι) 2. χαλώ το γνέσιμο 3. μτφ. (για τις Μοίρες) μεταβάλλω το πεπρωμένο, αλλάζω την ειμαρμένη … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek
ὕπν' — ὕπνα , ὕπνον lichen neut nom/voc/acc pl ὕπνε , ὕπνος sleep masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)